Ο κερατοειδής είναι ο διαυγής, μπροστινός χιτώνας του ματιού που καλύπτει το τμήμα της χρωματιστής ίριδας και της στρογγυλής, σκούρας κόρης. Το φως εστιάζεται ενώ διέρχεται από τον κερατοειδή χιτώνα και φτάνει στον αμφιβληστροειδή και με αυτή τη διαδικασία μπορούμε να δούμε. Για να υπάρχει καθαρή όραση ο κερατοειδής πρέπει να είναι διαυγής. Αν ο κερατοειδής τραυματιστεί ή επηρεάζεται από κάποια παθολογική κατάσταση, μπορεί να δημιουργηθεί οίδημα, ουλές, θολερότητες ή ακανόνιστο σχήμα και το φως που διέρχεται σκεδάζεται και προκαλείται παραμόρφωση των εικόνων ή/και θολή όραση. Σε τέτοιες περιπτώσεις η μεταμόσχευση κερατοειδούς μπορεί να είναι αναγκαία ώστε να αντικατασταθεί ο παθολογικός ή τραυματισμένος ιστός από υγιή κερατοειδικό ιστό δότη.
Πολλές καταστάσεις μπορούν να επηρεάσουν την διαύγεια του κερατοειδούς, όπως τραυματισμός ή λοίμωξη (π.χ. ερπητική κερατίτιδα) του κερατοειδούς μπορεί να δημιουργήσουν θολερότητα στον κερατοειδή. Επίσης, κληρονομικές παθήσεις όπως η δυστροφίας Fuchs επηρεάζει την διαύγεια του κερατοειδούς. Ο κερατόκωνος προκαλεί αλλαγή στην καμπυλότητα του κερατοειδούς και σε προχωρημένα στάδια ουλοποίηση στον κερατοειδή. Μερικές φορές βλάβη στην λειτουργικότητα του κερατοειδούς μπορεί να συμβεί μετά από μια οφθαλμολογική χειρουργική επέμβαση, όπως η επέμβαση καταρράκτη. Η μεταμόσχευση κερατοειδούς είναι απαραίτητη αν η όραση δεν μπορεί να διορθωθεί ικανοποιητικά με γυαλιά ή φακούς επαφής, ή εάν υπάρχει επώδυνο οίδημα κερατοειδούς που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με φάρμακα ή θεραπευτικούς φακούς επαφής.
Η μεταμόσχευση κερατοειδούς η οποία αναφέρεται επίσης και ως κερατοπλαστική είναι μια επέμβαση στην οποία ο παθολογικός ιστός του ασθενή αντικαθίσταται από υγιή κερατοειδικό ιστό (μόσχευμα) του δότη. Το μόσχευμα μπορεί να είναι μερικού πάχους ή ολικού πάχους (διαμπερές). Το είδος της μεταμόσχευσης κερατοειδούς που επιλέγεται εξαρτάται από ποια ανατομική στιβάδα του κερατοειδούς πάσχει ή/και το βάθος που επεκτείνεται η βλάβη στον κερατοειδή. Οι επιλογές περιλαμβάνουν την διαμπερή κερατοπλαστική (PKP), όπου χρησιμοποιείται ένα πλήρους πάχους μόσχευμα, την πρόσθια τμηματική κερατοπλαστική (DALK), όπου γίνεται αντικατάσταση των εξωτερικών και μεσαίων στρωμάτων του κερατοειδούς και οπίσθια τμηματική κερατοπλαστική (DSAEK/DSEK, DMEK), όπου γίνεται αντικατάσταση των βαθύτερων στρωμάτων του κερατοειδούς. Ο καθηγητής κ. Κυμιωνής έχει πραγματοποιήσει την πρώτη μεταμόσχευση ενδοθηλίου-DMEK- στην Ελλάδα (τον Απρίλιο 2012) και την πρώτη αμφοτερόπλευρη παιδιατρική μερική μεταμόσχευση κερατοειδούς μετά από διαμπερή κερατοπλαστική παγκοσμίως (J AAPOS. 2013). Υπήρξε συντονιστής της ομάδας για την πρώτη παγκόσμια μεταμόσχευση αυτόλογων βλαστικών κυττάρων από λιπώδη ιστό για παθήσεις κερατοειδούς (Graefes Arch Clin Exp Ophthalmol. 2011).
H μεταμόσχευση κερατοειδούς μπορεί να πραγματοποιηθεί υπό γενική ή τοπική αναισθησία και η διαδικασία συνήθως διαρκεί λιγότερο από μία ώρα. Στην διαμπερή κερατοπλαστική και στην πρόσθια τμηματική κερατοπλαστική το μόσχευμα συγκρατείται στη θέση του με ράμματα, τα οποία συνήθως παραμένουν για περισσότερο από 12 μήνες στην διαμπερή και για λιγότερο χρόνο στην πρόσθια τμηματική κερατοπλαστική. Στην οπίσθια τμηματική κετατοπλαστική δεν απαιτούνται ράμματα, αφού το μόσχευμα συγκρατείται στη θέση του από μια φυσαλίδα αέρα.